Μια μικρή ανέξοδη διαδικασία σκέψης.
7.00 το πρωί.
Ανοίγεις τα
μάτια και κοιτάς γύρω σου...
Κατεβασμένα ρολά,
ρίγες φωτός πέφτουν πάνω σου και το δωμάτιο είναι ένας
μικρόκοσμος από χρωματιστή σκόνη που
πλανιέται γύρω σου και σε περιβάλλει χωρίς να
μπορείς να κινηθείς για να φύγεις από εκεί.
Η
ήμερα ξεκινάει γρήγορα χωρίς δεύτερες σκέψεις
Το
προηγούμενο βράδυ ήταν όλα σιωπηλά.
Ένας
κόσμος βυθισμένος σε ένα μαυρόασπρο φιλμ γεμάτο καπνό
και ομίχλη.
Όνειρα ανάκατα που
σε μπερδεύουν. Θέλουν κάτι να σου πουν? Ξέχασες κάτι πίσω σου?
Τα χρώματα ξαναρχίζουν
να σε γεμίζουν καθώς σηκώνεις το ρολό και το δωμάτιο γεμίζει με ένα θαμπό
φως λες και κάποιος πέρασε με ένα τούλι τον ορίζοντα μπροστά σου και όλα είναι ακόμη
σχεδόν χρωματιστά, αλλά πάλι όχι.
Κινείσαι μπροστά
,σχεδόν μηχανικά όπως κάνεις κάθε πρωί την ιδιά ώρα με τις ιδίες κινήσεις σε
μια προκαθορισμένη διαδρομή που θέλεις να την αλλάξεις, αλλά και πάλι όχι ,γιατί
έχει μια σιγουριά κάτι το δοκιμασμένο ,μια γραμμική κατεύθυνση.
Ναι αυτή τη σιγουριά
? που όλοι ζητάμε αλλά και απεχθανόμαστε ταυτόχρονα γιατί την αποκαλούμε ρουτίνα
,ίδιο πράμα, βαρετή ζωή, μια γραμμή τόσο ευθεία που δεν ξέρουμε τελικά αν μας οδηγεί
σε έναν συναισθηματικό γκρεμό η σε μια κορυφή που μας δίνει ένα γλυκό μεθύσι
που δεν μπορούμε και δεν θέλουμε να ξεφύγουμε από αυτό.
Μπροστά, κοίτα
μπροστά, αυτά που έρχονται και είναι γεμάτα ερωτηματικά, αλλά και απαντήσεις
που δεν θέλεις να ξέρεις ,μια προσμονή για κάτι διαφορετικό που δεν θα έρθει γιατί δεν το κυνήγησες
η μήπως γιατί τελικά δεν ήθελες να το κυνηγήσεις?
Το πηδαλι του
ποδήλατου γυρίζει όπως οι σκέψεις σου που ποτέ δεν μπαίνουν σε μια τάξη, ένα
μικρό χάος γεννιέται και περιμένει να γίνει συμπάν γεμάτο πλανητες-σκεψεις.
Οι προσόψεις των κτιρίων περνάνε δίπλα σου με
μια ταχύτητα κινηματογραφική.
Μια αλληλουχία
κενών και γεμάτων ,μια πόρτα, ένα μπαλκόνι, μια κρεμασμένη πετσέτα ,ένας
ηλικιωμένος με μια τσάντα γεμάτη σκουπίδια, γέλια στο δρόμο για το σχολείο, όλα
γεμίζουν το κενό με ήχους και χρώμα.
Το τοπίο μεταμορφώνεται
από το πρωινό φως και ο ουρανός σχεδόν καθαρός αφήνει την υγρασία να αποσυρθεί για να γίνουν όλα μια μικρή
παιδική ζωγραφιά με ανακατεμένα χρώματα και ανακατεμένες σκέψεις.
Γρήγορα βήματα
στο απέναντι πεζοδρόμιο ,γρήγορες και κοφτές ανάσες, γρήγορες κουβέντες στο κινητό.
Θέλεις να παρατηρήσεις
το χρόνο αλλά αυτός περνάει δίπλα σου με μια φούρια αλλόκοτη που σε τρομάζει.
Ένας καφές είναι
η μικρή ανταμοιβή αυτής της διάδοχης σκέψεων .
Φτάνεις μπροστά
από την τζαμαρία και πίσω σου καθρεφτίζεται η μορφή σου και η βιτρίνα του καταστήματος
με το κόκκινο "εκοικιαζεται" και τον άδειο χώρο.
Αντικατοπτρισμοί
του κενού, αντικατοπτρισμοί ενός χώρου που κάποτε φιλοξενούσε βήματα, συνήθειες,
καλημερες ,κλειδωμένα ρολά και ωράρια καταστημάτων.
Μια αλληλουχία
σκηνών που γεμίζουν μια μέρα και πολλαπλασιάζονται για να γίνουν η ζωή και ο παλμός
της πόλης.
Βήματα ξανά ,κουβέντες
,ένα μηχανάκι που περνάει η μικροπωλητρια με το καρότσι της γεμάτο μπανάνες, οι
σκιές που αλλάζουν γωνιά πέφτοντας πάνω στο κτίριο της βιβλιοθήκης, δυο δεκαοχτούρες
στα σύρματα που ενώνουν τα ράμφη τους, μυρωδιά από φρεσκοπλυμένο πεζοδρόμιο,
μια γάτα πάνω στο πεζούλι του εγκαταλειμμένου νεοκλασικού.
Το γωνιακό τραπέζι
γίνεται παρατηρητήριο για να δεις την πόλη να ξυπνάει σιγά σιγά.
Η πρώτη γουλιά
καφέ επιτέλους κατεβαίνει στο λαιμό σου σιγά σιγά, πικρή αλλά γεμάτη από την γλυκά
του πρωινού και την υγρασία της χειμωνιάτικης μέρας.
Όλα είναι γύρω
σου ξανά μικρά, απλά, κατανοητά χωρίς βάρος και χωρίς βάθος.
Αμέτρητες σιωπές
ξαναγεμίζουν το χώρο για μια στιγμή που νομίζεις ότι θα σε βουλιάξει σε ένα άλλο σύμπαν όπου ο χρόνος
δεν τρέχει πια αλλά σε παρατηρεί να αλλάζεις σε κάτι διαφορετικό.
Όχι δεν είναι
ρουτίνα .Είναι απλώς μια καινούργια μέρα. Το φως πέφτει με φόρα στον τοίχο
απέναντι και στις μορφές γύρω σου κι εσύ κοιτάς σαστισμένος.
Άλλη μια γουλιά
καφέ και τίποτε δεν είναι πια γρήγορο.
Μια σκέψη αβίαστη και καινούργια σε κατακλύζει
Όχι δεν θέλεις
να τρέξεις. Δεν θέλεις να ανασαίνεις άλλο κοφτά.
Πιάνεσαι από
την άκρη της σκιάς που πέφτει απέναντι σου και ξεκινάς να γεμίζεις το δωμάτιο
του μυαλού σου με λευκό.
Διαφορετικά
είναι τώρα θαρρείς.
Η μουσική που
γλιστράει από την σχισμή της πόρτας δίπλα σου αποκτά νόημα.
Μια καινούργια
μέρα….
Ανοίγεις τα μάτια και κοιτάς γύρω σου...
Κατεβασμένα ρολά, ρίγες φωτός πέφτουν πάνω σου και το δωμάτιο είναι ένας μικρόκοσμος από χρωματιστή σκόνη που πλανιέται γύρω σου και σε περιβάλλει χωρίς να μπορείς να κινηθείς για να φύγεις από εκεί.
Η ήμερα ξεκινάει γρήγορα χωρίς δεύτερες σκέψεις
Το προηγούμενο βράδυ ήταν όλα σιωπηλά.
Ένας κόσμος βυθισμένος σε ένα μαυρόασπρο φιλμ γεμάτο καπνό και ομίχλη.
Όνειρα ανάκατα που σε μπερδεύουν.
Τα χρώματα ξαναρχίζουν να σε γεμίζουν καθώς σηκώνεις το ρολό και το δωμάτιο γεμίζει με ένα θαμπό φως λες και κάποιος πέρασε με ένα τούλι τον ορίζοντα μπροστά σου και όλα είναι ακόμη σχεδόν χρωματιστά, αλλά πάλι όχι.
Κινείσαι μπροστά ,σχεδόν μηχανικά όπως κάνεις κάθε πρωί την ιδιά ώρα με τις ιδίες κινήσεις σε μια προκαθορισμένη διαδρομή που θέλεις να την αλλάξεις, αλλά και πάλι όχι ,γιατί έχει μια σιγουριά κάτι το δοκιμασμένο ,μια γραμμική κατεύθυνση.
Ναι αυτή τη σιγουριά ? που όλοι ζητάμε αλλά και απεχθανόμαστε ταυτόχρονα γιατί την αποκαλούμε ρουτίνα ,ίδιο πράμα, βαρετή ζωή, μια γραμμή τόσο ευθεία που δεν ξέρουμε τελικά αν μας οδηγεί σε έναν συναισθηματικό γκρεμό η σε μια κορυφή που μας δίνει ένα γλυκό μεθύσι που δεν μπορούμε και δεν θέλουμε να ξεφύγουμε από αυτό.
Μπροστά, κοίτα μπροστά, αυτά που έρχονται και είναι γεμάτα ερωτηματικά, αλλά και απαντήσεις που δεν θέλεις να ξέρεις ,μια προσμονή για κάτι διαφορετικό που δεν θα έρθει γιατί δεν το κυνήγησες η μήπως γιατί τελικά δεν ήθελες να το κυνηγήσεις?
Το πηδαλι του ποδήλατου γυρίζει όπως οι σκέψεις σου που ποτέ δεν μπαίνουν σε μια τάξη, ένα μικρό χάος γεννιέται και περιμένει να γίνει συμπάν γεμάτο πλανητες-σκεψεις.
Οι προσόψεις των κτιρίων περνάνε δίπλα σου με μια ταχύτητα κινηματογραφική.
Μια αλληλουχία κενών και γεμάτων ,μια πόρτα, ένα μπαλκόνι, μια κρεμασμένη πετσέτα ,ένας ηλικιωμένος με μια τσάντα γεμάτη σκουπίδια, γέλια στο δρόμο για το σχολείο, όλα γεμίζουν το κενό με ήχους και χρώμα.
Το τοπίο μεταμορφώνεται από το πρωινό φως και ο ουρανός σχεδόν καθαρός αφήνει την υγρασία να αποσυρθεί για να γίνουν όλα μια μικρή παιδική ζωγραφιά με ανακατεμένα χρώματα και ανακατεμένες σκέψεις.
Γρήγορα βήματα στο απέναντι πεζοδρόμιο ,γρήγορες και κοφτές ανάσες, γρήγορες κουβέντες στο κινητό.
Θέλεις να παρατηρήσεις το χρόνο αλλά αυτός περνάει δίπλα σου με μια φούρια αλλόκοτη που σε τρομάζει.
Ένας καφές είναι η μικρή ανταμοιβή αυτής της διάδοχης σκέψεων .
Φτάνεις μπροστά από την τζαμαρία και πίσω σου καθρεφτίζεται η μορφή σου και η βιτρίνα του καταστήματος με το κόκκινο "εκοικιαζεται" και τον άδειο χώρο.
Αντικατοπτρισμοί του κενού, αντικατοπτρισμοί ενός χώρου που κάποτε φιλοξενούσε βήματα, συνήθειες, καλημερες ,κλειδωμένα ρολά και ωράρια καταστημάτων.
Μια αλληλουχία σκηνών που γεμίζουν μια μέρα και πολλαπλασιάζονται για να γίνουν η ζωή και ο παλμός της πόλης.
Βήματα ξανά ,κουβέντες ,ένα μηχανάκι που περνάει η μικροπωλητρια με το καρότσι της γεμάτο μπανάνες, οι σκιές που αλλάζουν γωνιά πέφτοντας πάνω στο κτίριο της βιβλιοθήκης, δυο δεκαοχτούρες στα σύρματα που ενώνουν τα ράμφη τους, μυρωδιά από φρεσκοπλυμένο πεζοδρόμιο, μια γάτα πάνω στο πεζούλι του εγκαταλειμμένου νεοκλασικού.
Το γωνιακό τραπέζι γίνεται παρατηρητήριο για να δεις την πόλη να ξυπνάει σιγά σιγά.
Η πρώτη γουλιά καφέ επιτέλους κατεβαίνει στο λαιμό σου σιγά σιγά, πικρή αλλά γεμάτη από την γλυκά του πρωινού και την υγρασία της χειμωνιάτικης μέρας.
Όλα είναι γύρω σου ξανά μικρά, απλά, κατανοητά χωρίς βάρος και χωρίς βάθος.
Αμέτρητες σιωπές ξαναγεμίζουν το χώρο για μια στιγμή που νομίζεις ότι θα σε βουλιάξει σε ένα άλλο σύμπαν όπου ο χρόνος δεν τρέχει πια αλλά σε παρατηρεί να αλλάζεις σε κάτι διαφορετικό.
Όχι δεν είναι ρουτίνα .Είναι απλώς μια καινούργια μέρα. Το φως πέφτει με φόρα στον τοίχο απέναντι και στις μορφές γύρω σου κι εσύ κοιτάς σαστισμένος.
Άλλη μια γουλιά καφέ και τίποτε δεν είναι πια γρήγορο.
Μια σκέψη αβίαστη και καινούργια σε κατακλύζει
Όχι δεν θέλεις να τρέξεις. Δεν θέλεις να ανασαίνεις άλλο κοφτά.
Πιάνεσαι από την άκρη της σκιάς που πέφτει απέναντι σου και ξεκινάς να γεμίζεις το δωμάτιο του μυαλού σου με λευκό.
Διαφορετικά είναι τώρα θαρρείς.
Η μουσική που γλιστράει από την σχισμή της πόρτας δίπλα σου αποκτά νόημα.
Μια καινούργια μέρα….
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου